καταπιεστής

καταπιεστής
ο
αυτός που πιέζει υπερβολικά ανθρώπους σε έναν κοινωνικό ή άλλο χώρο, το άτομο με καταπιεστική συμπεριφορά.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • καταπιεστής — ο θηλ. καταπιέστρια αυτός που καταπιέζει, που επιβάλλεται τυραννικά, ο τύραννος. [ΕΤΥΜΟΛ. < καταπιέζω. Η λ., στον λόγιο πληθ. τ. καταπιεσταί, μαρτυρείται από το 1859 στον Κ. Κριτοβουλίδη] …   Dictionary of Greek

  • τύραννος — Έτσι ονομαζόταν στην αρχαιότητα ο ανώτατος άρχων. Αργότερα, ο άνθρωπος που καταλάμβανε τα ανώτατα αξιώματα και τα ασκούσε κατά τρόπο αυθαίρετο και ανεξέλεγκτο. Στον Μεσαίωνα, ο ιδιώτης που σφετεριζόταν τη βασιλική εξουσία, χωρίς να έχει το… …   Dictionary of Greek

  • Θουκυδίδης — (Αλιμούς, Αττική 460; – 400; π.Χ.). Αθηναίος ιστορικός και στρατηγός του Πελοποννησιακού πολέμου. Ο πατέρας του, Όλορος, πιθανολογείται ότι ήταν απόγονος του ομώνυμου βασιλιά της Θράκης. Σε νεαρή ηλικία ο Θ. δέχτηκε την επίδραση της φιλοσοφίας… …   Dictionary of Greek

  • τύραννος — ο 1. ο απόλυτος άρχοντας που κατέλαβε με τη βία την εξουσία και τη διατηρεί με τη βία, που κυβερνά αυθαίρετα και καταπιέζει το λαό. 2. μτφ., καταπιεστής, βασανιστής, δεσποτικός, ενοχλητικός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”